Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

λογοτεχνία α': παραδοσιακή/μοντέρνα ποίηση, προτεινόμενα ποιήματα(2)

Προτείνονται 3 ποιήματα με κοινή θεματική:
αυτοαναφορικά και τα τρία, μιλούν για το ρόλο του ποιητή.
Ειδικότερα εξετάζουν την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του, τα κίνητρα, τα μέσα που μεταχειρίζεται, την απήχηση του έργου του, τη στάση του στη ζωή και στην τέχνη.

Τα δύο πρώτα, παραδοσιακά στη μορφή [στροφές, ομοιοκαταληξία] και εύληπτα ως προς το περιεχόμενο, σε αντίθεση με το καθαρά μοντέρνο, υπερρεαλιστικό ποίημα του Σαχτούρη.

Κι ο Καρυωτάκης όμως βρίσκεται στο μεταίχμιο παραδοσιακής-μοντέρνας ποίησης.

Οι διαφορές του από τον Στρατήγη είναι εμφανείς:
α) στο περιεχόμενο: ο Στρατήγης δίνει μια ρομαντική, στερεότυπη, εξιδανικευμένη εικόνα του «προφήτη» και «φωστήρα» ποιητή, που επωμίζεται το βαρύ τίμημα της μοναξιάς, ενώ ο Καρυωτάκης απομυθοποιεί αυτή την εικόνα και τον επικρίνει.
β) στην έκφραση: στομφώδης ο ένας, ειρωνικός ο άλλος, με λεξιλόγιο περισσότερο ρεαλιστικό («συρφετός, πόζα, πειναλέοι»). Ακόμη κι η καθαρεύουσα στον Καρυωτάκη αποκτά ειρωνικές διαστάσεις («τιτλοφορούμεθα»).
γ) στη μορφή: διασκελισμοί  


                          Ο Ποιητής
Συλλογισμένοι εσώπαιναν αυτός κι αυτή ένα βράδυ.
Ξάφνου του λέγει: -Αχ! Μάθε μου, ποιος είναι ο Ποιητής;
-Αυτός που βλέπει και που ακούει και νοιώθει στο σκοτάδι,
μα  υμνεί το Φως και ζη μ’ αυτό: Φωστήρας κι Υμνητής.

Ο Δυνατός που στο τυφλό το πλήθος βλέπει μόνος.
Παρίας μαζί και βασιληάς, σε θρόνο ή σε μιαν άκρη.
Εγκόσμια αγάπη τον κινεί, τον σπρώχνει ο θείος ο Πόνος.
Βογγά ή γελά, μα και τα δυο τον λούζουνε στο δάκρυ.

Θαρρείς πως όλα τα μισεί, μα κι όλα τα λατρεύει,
Όλα τα ξέρει, μ’ αγαπά και σ’ όλα ν’ αμφιβάλη.
Κάλλιο κι απ’ όλους τους σοφούς, γνωρίζει τι γυρεύει.
Φάρος, που στέρεος στρέφεται σ’ αιώνια ανεμοζάλη.

Προφήτης κι οραματιστής: μαντεύει, βλέπει, ψάλλει…
Σκίζει τους πέπλους των καιρών: σαν μάντις και σοφός.
Χτίζει ναούς, να προσκυνούν, παλάτια, να ζουν άλλοι,
καλύβια να ζη μόνος του, με Αλήθεια και με Φως.
                                    Γεώργιος Στρατήγης

             Όλοι μαζί

Όλοι μαζί κινούμε, συρφετός,
γυρεύοντας ομοιοκαταληξία.
Mια τόσο ευγενικιά φιλοδοξία
έγινε της ζωής μας ο σκοπός.

Aλλάζουμε με ήχους και συλλαβές
τα αισθήματα στη χάρτινη καρδιά μας,
δημοσιεύουμε τα ποιήματά μας
για να τιτλοφορούμεθα ποιητές.

Aφήνουμε στο αγέρι τα μαλλιά
και τη γραβάτα μας. Παίρνουμε πόζα.
Aνυπόφορη νομίζουμε πρόζα
των καλών ανθρώπων τη συντροφιά.

Mόνο για μας υπάρχουν του Θεού
τα πλάσματα και, βέβαια, όλη η φύσις.
Στη Γη για να στέλνουμε ανταποκρίσεις,
ανεβήκαμε στ' άστρα τ' ουρανού.

Kι αν πειναλέοι γυρνάμε ολημερίς,
κι αν ξενυχτούμε κάτου απ' τα γεφύρια,
επέσαμε θύματα εξιλαστήρια
του «περιβάλλοντος», της «εποχής».
                          Κ. Καρυωτάκης

     Τα δώρα
Σήμερα φόρεσα ένα
ζεστό κόκκινο αίμα
σήμερα οι άνθρωποι μ’ αγαπούν
μια γυναίκα μου χαμογέλασε
ένα κορίτσι μου χάρισε ένα κοχύλι
ένα παιδί μου χάρισε ένα σφυρί

Σήμερα γονατίζω στο πεζοδρόμιο
καρφώνω πάνω στις πλάκες
τα γυμνά άσπρα ποδάρια των περαστικών
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κανείς δεν τρομάζει
όλοι μείναν στις θέσεις που πρόφτασα
είναι όλοι τους δακρυσμένοι
όμως κοιτάζουν τις ουράνιες ρεκλάμες
και μια ζητιάνα που πουλάει τσουρέκια
στον ουρανό

Δύο άνθρωποι ψιθυρίζουν
τι κάνει την καρδιά μας καρφώνει;
ναι την καρδιά μας καρφώνει
ώστε λοιπόν είναι ποιητής

                                  Μίλτος Σαχτούρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου